Προσφάτως το golden boy του Πούτιν και ένας από τους ιδεολόγους του «ρωσικού κόσμου» και του ρωσικού κρατικού εθνικισμού Βλαντίμιρ Μεντίνσκι (φωτό) συνέγραψε και προώθησε στα ρωσικά σχολεία νέα εγχειρίδια ιστορίας στα οποία οποία δικαιολογείται η επιθετική πολιτική της Ρωσίας στην Ουκρανία και αλλού. Ο Μεντίνσκι είναι σύμβουλος του Πούτιν, εργάστηκε ως δημοσιογράφος, σπούδασε πολιτικές επιστήμες και ασχολήθηκε με την «επιχειρηματικότητα». Σύμφωνα με τη σελίδα του στην Wikipedia «ενδιαφερόταν για τη στρατιωτική ιστορία». Αυτό το «ενδιαφέρον» του φάνηκε στο σχολικό εγχειρίδιο που συνέγραψε, όπου τοποθέτησε όλα τα στοιχεία της ρωσικής προπαγάνδας, τα περισσότερα από τα οποία βασίζονται σε αυθαίρετες δηλώσεις Ρώσων αξιωματούχων, θεωρίες συνωμοσίας κ.ά.
Μεταξύ άλλων, σε αυτό το βιβλίο αναφέρθηκε και στις κτηνώδεις διώξεις που έκανε ο Στάλιν σε πολλούς μειονοτικούς λαούς της ΕΣΣΔ, επιχειρώντας να δικαιολογήσει τον δικτάτορα και λέγοντας ότι αυτοί οι λαοί είχαν συνεργαστεί με τους ναζιστές. Θυμίζουμε ότι ανάμεσα στους λαούς που υπέστησαν διώξεις το 1944, στην περίοδο που αναφέρεται ο Μεντίνσκι, ήταν και οι Έλληνες της πρώην ΕΣΣΔ. Και η παραχάραξη της ιστορίας, όπως συνήθως γίνεται σε αυτή τη χώρα, θα είχε περάσει χωρίς να ανοίξει ρουθούνι αν δεν είχαν αντιδράσει οι Τσετσένοι. Στέλεχος της «δημοκρατίας της Τσετσενίας» Νταούντοβ αντέδρασε έντονα και οι αρχές αναγκάστηκαν να αποσύρουν όλα τα αντίτυπα του βιβλίου από τα σχολεία. Την ίδια ώρα ο αυτοφυής και εμφανώς αγράμματος ως ιστορικός Μεντίνσκι έβαλε την ουρά στα σκέλια δηλώνοντας κάτι του τύπου «συγγνώμη, ένα λαθάκι έγινε εδώ πέρα».
Αντιγράφουμε την είδηση από το DW:
Ο Μαγομέντ Νταούντοβ, πρόεδρος του κοινοβουλίου της Τσετσενίας, ανακοίνωσε την απόσυρση από τα σχολεία της δημοκρατίας όλων των αντιτύπων του νέου βιβλίου ιστορίας για τις τάξεις 10-11, ένας από τους συγγραφείς του οποίου ήταν ο Βλαντίμιρ Μεντίνσκι, σύμβουλος του Ρώσου προέδρου. Η σχετική ανάρτηση δημοσιεύτηκε στο κανάλι Telegram του Τσετσένου πολιτικού το Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου. Αργότερα, η παράγραφος σχετικά με την απόσυρση του βιβλίου του Μεντίνσκι από τα σχολεία αφαιρέθηκε από την ανάρτηση του Ντάουντοφ, αλλά τα στιγμιότυπα οθόνης της αρχικής ανάρτησης παρέμειναν στη διάθεση των μέσων ενημέρωσης.
«Θα ήθελα να σημειώσω ότι ολόκληρη η εκτύπωση του βιβλίου για το οποίο μιλάω έχει αποσυρθεί από τα σχολεία της δημοκρατίας μας κατόπιν οδηγιών του Ραμζάν Αχμάτοβιτς (Καντίροφ – σ.σ.). Είναι απαράδεκτο στη χώρα μας να προσβάλλουμε τους λαούς. Ιδιαίτερα τους λαούς των οποίων οι εκπρόσωποι έχουν συμβάλει ανεκτίμητα στην ενίσχυση της κρατικής υπόστασης και στην υπεράσπιση των συμφερόντων της πατρίδας», ανέφερε η παράγροαφος που αφαιρέθηκε.
Στην υπόλοιπη ανάρτηση, η οποία παρέμεινε αμετάβλητη, ο Νταούντοβ έγραψε ότι το βιβλίο του Μεντίνσκι «προκάλεσε κύμα αγανάκτησης στους εκπροσώπους των λαών που καταπιέστηκαν στην ΕΣΣΔ», οι οποίοι «συνέβαλαν τα μέγιστα στη νίκη στον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, πολεμώντας σε όλα τα μέτωπα εναντίον των κατακτητών». Σύμφωνα με τον πρόεδρο του τσετσενικού κοινοβουλίου, ο Μεντίνσκι «παραδέχτηκε ότι το κεφάλαιο αυτό πάρθηκε χωρίς αλλαγές από προηγούμενες εκδόσεις» και διαβεβαίωσε ότι είναι έτοιμος να το «βάλει σε τάξη».
Το εγχειρίδιο του Μεντίνσκι για την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» και τον εκτοπισμό των λαών στην ΕΣΣΔ
Οι μαθητές των τάξεων 10-11 στα ρωσικά σχολεία άρχισαν να μαθαίνουν ιστορία χρησιμοποιώντας το επικαιροποιημένο εγχειρίδιο την 1η Σεπτεμβρίου. Στην ενότητα για τις τελευταίες δεκαετίες, οι συγγραφείς δικαιολογούν την επιθετικότητα της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, χτίζοντας μια «λογική αλυσίδα» από την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας («το σενάριο… του διαμελισμού της Ρωσίας είχε ήδη εκπονηθεί από το ΝΑΤΟ χρησιμοποιώντας τη Γιουγκοσλαβία ως παράδειγμα») μέχρι την εμφάνιση του «ουκρανικού νεοναζισμού». Οι συγγραφείς χαρακτηρίζουν ως σκοπό της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» «την υπεράσπιση του Ντονμπάς και την προληπτική ασφάλεια της Ρωσίας», ενώ η προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, κατά τη γνώμη τους, θα μπορούσε να σημάνει «το τέλος του πολιτισμού».
Στην ενότητα για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αναφέρεται ότι οι αποφάσεις για την απέλαση των Τσετσένων, των Ινγκουσών, των Τατάρων της Κριμαίας, των Καλμίκων, των Καρατσάι και των Βαλκάνιων ελήφθησαν από την ηγεσία της ΕΣΣΔ «με βάση τα γεγονότα της συνεργασίας με τους κατακτητές». Ο πρόεδρος του Ρωσικού Κογκρέσου των Λαών του Καυκάσου (RCPC) Αλίι Τοτορκούλοβ καταδίκασε το περιεχόμενο αυτής της παραγράφου, χαρακτηρίζοντάς την «παλιά συκοφαντία από την εποχή του Στάλιν», «προσβολή εκατομμυρίων Ρώσων πολιτών» και «σπηλαιώδη εθνικισμό». Ο Τοτορκούλοβ τόνισε ότι το Ρωσικό Κονγρέσσο Λαών του Καυκάσου θα λάβει όλα τα μέτρα για την απαγόρευση του εγχειριδίου.
Στις 23 Φεβρουαρίου 1944 άρχισε η αναγκαστική εκδίωξη των Τσετσένων και των Ινγκουσών στην Κεντρική Ασία. Η επιχείρηση, η οποία διήρκεσε μόνο οκτώ ημέρες, ονομάστηκε «Chechevitsa» (μτφρ.: Φακή). Συνολικά, περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι εκδιώχθηκαν. Αυτή η απέλαση θεωρείται η μεγαλύτερη στην ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης.
ww3.gr