Η αμερικανική Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας (National Security Agency, NSA) σε συνεργασία με το FBI, τη Microsoft, και τις Δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών της «Five Eyes» (FVEY, συμμαχία υπηρεσιών συλλογής πληροφοριών μεταξύ ΗΠΑ, Καναδά, Ηνωμένου Βασιλείου, Αυστραλίας, και Νέας Ζηλανδίας) ανακοίνωσαν την Τετάρτη 24 Μαΐου πως μια κινεζική ομάδα χάκερς που λαμβάνει χρηματοδότηση και υλικοτεχνική στήριξη από την Κίνα έχει διασπείρει με χαμηλού προφίλ δράσεις κακόβουλο λογισμικό (malware) σε μια ευρεία γκάμα από κρίσιμους οργανισμούς, υπηρεσίες, και υποδομές στις πέντε αυτές χώρες, των οποίων οι υπηρεσίες είναι τόσο αλληλένδετες, ώστε η μόλυνση της μίας να επηρεάσει ή να μεταδοθεί και στις άλλες. Παραμένει ασαφές, ή μάλλον μη δημοσιεύσιμο, το ποιές και πόσες υποδομές στις πέντε χώρες έχουν μολυνθεί, ίσως και σε εταίρους και συμμάχους τους.
Σύμφωνα με την Διεύθυνση Κυβερνοασφάλειας της NSA και τη Microsoft, οι Κινέζοι χάκερς μολύνουν το λογισμικό των στόχων τους με τρόπο που δεν αφήνει ίχνη, αξιοποιώντας εργαλεία ενσωματωμένων υπηρεσιών ψηφιακού δικτύου (Integrated Services Digital Network, ISDN) και συλλέγουν κατόπιν ηλεκτρονικά δεδομένα.
Οι ειδικοί της Microsoft κατέγραψαν στην έκθεση ανάλυσής τους με «μετρίου βαθμού βεβαιότητα» («with moderate confidence»), πως η κινεζική ομάδα με τ’ όνομα «Volt Typhoon» έχει αναπτύξει τις τεχνικές δυνατότητες που της επιτρέπουν να διαταράξει ή να μπλοκάρει τη λειτουργία κρίσιμων υποδομών και δικτύων, κυρίως επικοινωνίας μεταξύ άλλων, που διασυνδέουν τις ηπειρωτικές ΗΠΑ με τοποθεσίες στην Ασία και τον Ινδοειρηνικό, και η σκέψη πηγαίνει στο τί θα συμβεί σε περιστάσεις κάποιας μελλοντικής θερμής κρίσης.
Στις ΗΠΑ φαίνεται να έχουν μολυνθεί απ’ τους Κινέζους χάκερς και να παρακολουθούνται τηλεπικοινωνίες, κόμβοι μεταφορών, κόμβοι διακίνησης πληροφοριών, υποδομές δικτύων ενέργειας, διαχείρισης υδάτων, αλλ’ ακόμα και στρατιωτικές βάσεις.
Ειδικότερα για τον στρατηγικό κόμβο του Γκουάμ στον Ινδοειρηνικό, που αναφέρεται ρητά στην έκθεση πως χτυπήθηκε απ’ τους Κινέζους χάκερς, πέραν των ναυτικών και αεροπορικών στρατιωτικών βάσεων που φιλοξενεί, οι εκεί αμερικανικές εγκαταστάσεις διασφαλίζουν την επικοινωνία της ηπειρωτικής Ασίας με τις ΗΠΑ και την Αυστραλία μέσω υποβρυχίων καλωδίων, πρώτης τάξεως ευάλωτος στόχος τόσο για τη συλλογή πληροφοριών από μεριάς του Πεκίνου, όσο και για να τα πλήξει καταστρεπτικά σε στιγμή κρίσης.
Σκοπός είναι να μην μπορούν οι ΗΠΑ να επικοινωνήσουν με τις πολλές τους βάσεις στον Ινδοειρηνικό, τη Σινική Θάλασσα, και τους συμμάχους και εταίρους τους στην Ασία. Παρόμοιες ανησυχίες εξέφρασαν και οι άλλες τέσσερις χώρες της Five Eyes, που δήλωσαν πως ερευνούν και αξιολογούν την κατάσταση στις δικές τους υποδομές.
Η έκθεση της Microsoft χαρακτηρίζει ως «πρόκληση», δηλαδή εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση, την αντιμετώπιση του προβλήματος. Η έκθεση δεν τολμά καν να θέσει τον φιλόδοξο στόχο μιας ολοσχερούς, τεχνικής αποκάθαρσης των ηλεκτρονικών συστημάτων, αλλά τον «μετριασμό των επιπτώσεων της κυβερνοεπίθεσης» («mitigation»).
Η εκπρόσωπος Τύπου και αναπληρώτρια διευθύντρια πληροφόρησης του κινεζικού Υπ. Εξωτερικών, Μάο Νινγκ, χαρακτήρισε την είδηση ως «ακόμα μια εκστρατεία συλλογικής παραπληροφόρησης» από πλευράς των πέντε κρατών που συγκροτούν τη Five Eyes, η οποία «ξεκίνησε στις ΗΠΑ για γεωπολιτικές σκοπιμότητες», ενώ εξήγε και το συμπέρασμα πως η δημοσιοποίηση όχι μόνο δεν φανερώνει οτιδήποτε για κατασκοπική δράση της ΛΔΚ εναντίον της Δύσης και των ΗΠΑ, μα πως η Ουάσιγκτον έχει εξαπλώσει τα δικά της δίκτυα αντικινεζικής παραπληροφόρησης πέρα απ’ τις αμερικανικές κυβερνητικές υπηρεσίες πλέον καί σε κείνες των συμμάχων και εταίρων της. «Όμως, ανεξάρτητα απ’ το ποιές και τί λογιών μέθοδοι χρησιμοποιούνται [Σ.τ.Σ. απ’ τους Κινέζους χάκερς], το γεγονός παραμένει πως η αυτοκρατορία του χάκινγκ είναι οι ΗΠΑ», συμπλήρωσε δηκτικά η Κινέζα εκπρόσωπος.
Οι επιθετικές διαψεύσεις από τη Μάο Νινγκ και η συνακόλουθη εκτόξευση κατηγοριών σε βάρος των ΗΠΑ κινήθηκαν στο πνεύμα της πολεμικής του Πεκίνου εναντίον του ανακοινωθέντος της Συνόδου Κορυφής των G7, πως οι Επτά στοχοποιούν τη ΛΔΚ και παράγουν παραπληροφόρηση εναντίον της, έρχονται δε μόλις δύο εβδομάδες μετά την «ειλικρινή και εποικοδομητική» συνάντηση του Τζέικ Σάλιβαν, Αμερικανού Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου, με τον Γουάνγκ Γι, τον επικεφαλής της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων του κινεζικού πολίτμπιρο, ουσιαστικά του επικεφαλής της κινεζικής διπλωματίας.
Μιλώντας για τη δράση των Κινέζων χάκερς, ο επικεφαλής της Mandiant Intelligence (Google), Τζον Χούλτκβιστ, συμπέρανε ότι φανερώνει πως το Πεκίνο προετοιμάζεται επιμελώς για το ενδεχόμενο μιας θερμής κρίσης στον Ινδοειρηνικό—ειδικά μιας κινεζικής απόβασης στην Ταϊβάν—και πως είναι ασαφές ποιές είναι οι πραγματικές δυνατότητες, η έκταση και το βάθος των κινήσεων της «Volt Typhoon».
Απ’ τη μεριά τους, τα εθνικά κέντρα κυβερνοασφάλειας σε ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο επέστησαν την προσοχή των υπευθύνων διαχειριστών κρίσιμων εθνικών δικτύων, οργανισμών, υποδομών, και στρατιωτικών εγκαταστάσεων, καλώντας τους σ’ επιφυλακή για ν’ αποτραπεί περαιτέρω διείσδυση στα ηλεκτρονικά τους συστήματα.
Υπενθυμίζω πως η κυβερνοασφάλεια αποτελεί πλέον αναπόσπαστο κεφάλαιο σε όλες τις συμφωνίες στρατηγικής συνεργασίας ή συμμαχίας των ΗΠΑ με εταίρους και συμμάχους τους ανά τον κόσμο απ’ την έναρξη της Προεδρίας Μπάιντεν, το 2021, που είναι, σύμφωνα με τη Microsoft, και το έτος συγκρότησης της κινεζικής ομάδας «Volt Typhoon».
Η «Volt Typhoon» έχει στοχοποιήσει έκτοτε δίκτυα επικοινωνιών, υπηρεσίες κοινής ωφελείας, όπως διαχείρισης υδάτων, επιχειρήσεις στους κλάδους των κατασκευών και της μεταποίησης εξίσου, ακόμα της ναυτιλίας και των αεροπορικών μεταφορών, δημόσιες υπηρεσίες, όπως στην εκπαίδευση και τη φορολογία, γενικά τη δημόσια διοίκηση, και τον κλάδο της τεχνολογίας πληροφοριών.
Μετά την «κρίση των κατασκοπικών μπαλονιών» των περασμένων μηνών, ήρθε τώρα αυτή η δημοσιοποίηση μιας κατασκοπικής δράσης που ξεπερνά σε βάθος, έκταση, και διάρκεια οτιδήποτε γνωρίζαμε για τον ειδάλλως αναμενόμενο κατασκοπικό ανταγωνισμό μεταξύ των δύο δυνάμεων, Κίνας και ΗΠΑ. Η Δύση σχηματίζει γρήγορα έναν πολύ δημόσιο φάκελο ανοιχτά εχθρικών συμπεριφορών του Πεκίνου, που εκτείνεται σε πολλούς τομείς από την ασφάλεια μέχρι την οικονομία, και δεν αποκλείεται, να δούμε τα δεδομένα που συλλέγονται να χρησιμοποιηθούν για να αιτιολογήσουν την επιβολή κυρώσεων σε βάρος της ΛΔΚ. Ας μην λησμονούμε πως οι G7 επανέλαβαν στο κοινό τους ανακοινωθέν στη Χιροσίμα την απαίτησή τους προς το Πεκίνο να συμμορφωθεί προς τους διεθνείς κανόνες, και να παύσει την πρακτική του οικονομικού καταναγκασμού που εφαρμόζει, απαίτηση που είναι απίθανο να εισακουστεί, κι έτσι διερωτάται κανείς γιατί απευθύνθηκε. Απάντηση: για να μπορούν οι Επτά να επικαλεστούν την κατάλληλη στιγμή πως είχαν προβεί σε επανειλημμένες οχλήσεις, προτού υποχρεωθούν να επιβάλλουν κυρώσεις στο Πεκίνο.
Θα προσθέσω, ακόμα, πως στη Συνάντηση Κορυφής Μπάιντεν-Πούτιν στη Ζυρίχη (16 Ιουνίου 2021), ο Αμερικανός Πρόεδρος είχε αξιώσει από τον Ρώσο ομόλογό του να μην τολμήσουν οι Ρώσοι χάκερς να στοχεύσουν ζωτικές υποδομές και υπηρεσίες των ΗΠΑ, ακριβώς όπως αυτές που έχουν στοχεύσει οι Κινέζοι, γιατί κάτι τέτοιο θα συνιστούσε μια «γραμμή στην άμμο» («a line drawn in the sand», αυτό που εμείς λέμε «μια κόκκινη γραμμή), ένα απαγορευτικό όριο του οποίου η υπέρβαση θα σηματοδοτούσε μια σύγκρουση χωρίς επιστροφή. Μπορούμε να φανταστούμε πως δεν έχει αλλάξει αυτή η προσήλωση των ΗΠΑ στις προτεραιότητες ασφαλείας των ζωτικών τους υποδομών.
Στέλιος Ιατρού