Την περασμένη εβδομάδα, διαβάσαμε πως η κινεζική κυβέρνηση εξετάζει να καταστήσει προσβάσιμη την τεχνητή γονιμοποίηση σε ανύπαντρες μητέρες, προκειμένου ν’ αυξηθούν οι γεννήσεις. Ότι δηλαδή είναι μηχανική η λύση στην υπογεννητικότητα.
Σε τούτο θυμίζει τη μεταπολεμική σταλινική ΕΣΣΔ, όταν προτρέπονταν ανύπαντρες γυναίκες να τεκνοποιήσουν εκτός γάμου, χήρες να ξαναπαντρευτούν, και την ανατροφή των τέκνων θα την αναλάμβανε ο πατερούλης Στάλιν.
Το Πεκίνο κάνει σαν να μην θέλει να ρίξει μια ματιά πέρα απ’ το τείχος της Απαγορευμένης Πόλης, και να δει γιατί οι Κινέζοι προτιμούν να μην τεκνοποιήσουν, που δεν είναι επειδή τάχα ταλαιπωρούνται από υπογονιμότητα.
Ο λόγος είναι κοινωνικοσυμπεριφορικός.
Στην κινεζική απογραφή του Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 2020, από πληθυσμό περίπου 1,339bn του 2010 καταγράφηκε μικρή αύξηση 5,38%, στο περίπου 1,41bn (σήμερα 1,457bn).
Μόλις 12+ εκατομμύρια ήσαν οι γεννήσεις το 2020. Ο χαμηλότερος ρυθμός αύξησης από τα πρώτα έτη της δεκαετίας του 1960.
Ο πληθυσμός της ΛΔΚ γηράσκει κι έτσι αυξάνουν τα κόστη, γιατί ελαττώνεται ο νεαρός κι εργαζόμενος πληθυσμός. Όχι βέβαια πως έπαιζε αυτό κάποιο ρόλο, γιατί συνάμα με τους παραγωγικούς μετασχηματισμούς της σύγχρονης ρομποτικής οικονομίας, τούτη θα ήταν μια δική μας ανάγνωση.
Στην Κίνα λίγα πράγματα σχετιζόμενα με τις διαστάσεις της κοινωνικής ασφάλισης, συντάξεων και ασφάλισης υγείας, λειτουργούν κάπως στο περίπου όπως θεωρητικά θα λειτουργούσαν στη Δύση, οι δε πόροι που αφιερώνονται εκεί είναι περισσότερο a matter of opinion παρά a matter of fact.
Σάμπως διαθέτουμε αξιόπιστα στοιχεία για τις τράπεζες και το χρήμα της οικονομίας τους; Αλήθεια, πιστεύετε πως διαθέτουμε διεθνώς ελέγξιμα και ανεξάρτητα διασταυρωμένα στοιχεία για τον κινεζικό πλούτο;
Θα έπρεπε να μιλάμε ασταμάτητα για την υγεία ή τη νοσηρότητα των κινεζικών τραπεζών και για τη σκανδαλώδη φούσκα του εκεί real estate που με απάτες-πυραμίδας αετονύχιδων εργολάβων έχει εξανεμίσει το χρήμα της κινεζικής μεσαίας τάξης, κι αυτός είναι πλούτος που χάθηκε, και τί απέγινε; Τολμάμε να μιλήσουμε για τα μυστηριώδη οικονομικά της απωασιατικής δύναμης, ή μας ακούγονται κινέζικα;
Πίσω στην απογραφή, διότι χωρίς οικονομία και δημογραφία να την στηρίζει δεν υπάρχει γεωπολιτικός σχολιασμός, εμένα μ’ ενδιαφέρει περισσότερο κάτι που δεν περιγράφεται στα νούμερα της στατιστικής, αν και η στατιστική το υπαινίσσεται. Το ακόλουθο:
Πριν δέκα χρόνια, το μέσο μέγεθος της κινεζικής οικογένειας ήταν 3,1 άτομα, αλλά σήμερα 2,6.
Στις προηγούμενες δεκαετίες του ελέγχου των γεννήσεων, όταν επιτρεπόταν μονάχα ένα τέκνο ανά οικογένεια, όλοι οι πόροι και οι αιματηροί κόποι των γονέων ρίχνονταν στο μέλλον και την προίκα αυτού του ενός τέκνου.
Το αγόρι ήταν πολύτιμο γιατί θα συνέχιζε τη δουλειά και θα γηροκομούσε τους γονείς του, αλλ’ η αρχικά απορριπτέα θυγατέρα κατέστη αργότερα σπάνια και πολύφερνη νύφη κι έτσι asset και commodity.
Αυτή η κρατική πολιτική χαλάρωσε, αλλά στο μεταξύ διαμόρφωσε ήθη και συμπεριφορές στους πολίτες, που είχαν προσαρμόσει τις ενδοκοινοτικές τους ιεραρχίες ισχύος στις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς του ανακτόρου.
2,6 άτομα ανά οικογένεια σημαίνει πως δεν τεκνοποιούν όλα τα ζευγάρια, και η εξήγηση που δίνουν τα ίδια τα ζευγάρια είναι πως δεν αντέχουν ψυχικά και οικονομικά το βάρος αυτού του πολυδεκαετούς ανταγωνισμού εντός της κοινότητας, να πρέπει να αφιερώσουν όλον τους τον βίο σ’ αυτό το ένα παιδί, όπως (πιστεύουν πως) κάνουν οι γείτονές τους για το δικό τους, προκειμένου να του εξασφαλίσουν αριστεία στις σπουδές, υπερεπάρκεια στο κοινωνικό κι επαγγελματικό του μέλλον, και κρισίμως, επιτυχία στο νυφο/γαμπροπάζαρο.
Οι γονείς που διήλθαν τη δοκιμασία δηλώνουν πως δεν αντέχουν να το υποστούν για δεύτερη φορά, κι γι’ αυτό δεν έκαναν δύο παιδιά, ενώ τα ζευγάρια που σήμερα παντρεύονται το τριπλοσκέφτονται αν αξίζει τον κόπο ή αν θα σήκωναν να το υποστούν έστω και για μία μόνο φορά.
Για να σας δώσω να καταλάβετε, φανταστείτε σαν να πρόκειται για μια κουλτούρα που μεταφέρει τη διαταραχή ψυχαναγκαστικής προσωπικότητας (OCD) από το άτομο τώρα στο επίπεδο της κοινότητας, με περίπου όλους τους ενήλικες να παλεύουν να καταθέσουν κάθε πόρο τους και να καταβάλουν κάθε προσπάθεια, ώστε να υπερβούν ανταγωνιστικά σε τελειότητα τις επιδόσεις των γύρω τους, μόνο που εκεί οι γύρω τους είναι εκατοντάδες εκατομμύρια, και αυτό το στρες να τρώει τα σωθικά εκατοντάδων εκατομμυρίων Προμηθέων αλυσοδεμένων σ’ εκατοντάδες εκατομμύρια βράχους.
Όσοι είχαν Κινέζους συγκατοίκους στο Λονδίνο, όπως εγώ, θα τους θυμούνται που ύψωναν βουνά από άπλυτα σκεύη στην κουζίνα, με υπολείμματά τροφών να σήπονται εκεί όλη τη χρονιά, και να σου αφηγούνται ιστορίες απ’ τα παιδικά τους χρόνια, όταν έξι ώρες πρόβα ημερησίως στο βιολί ήσαν λίγες, γιατί ο Λιν δίπλα έκανε εννιά ώρες.
Ο Λιν δεν ήταν υπαρκτό πρόσωπο, αλλά το όνομα που έδιναν στο τέλειο γειτονόπουλο όπως ιδανικά το φαντάζονταν οι Κινέζες μάνες, και το κοπανούσαν στα δικά τους παιδιά σαν παράδειγμα υπεροχής.
Οι μητέρες τους τα πίεζαν για την άπιαστη τελειότητα, και ποτέ δεν ήσαν ικανοποιημένες, γιατί και οι ίδιες ζούσαν αυτήν την ψυχοφθόρο αγωνία με τον πατέρα τους, πως το μονάκριβο παιδί τους θα μείνει πίσω στην κούρσα.
Πάντοτε υπήρχε στην Κίνα η κουλτούρα που λάτρευε την κομψή εκλέπτυνση, την ασύλληπτη ακρίβεια, την αβίαστη τελειότητα που κόστιζε άδηλους κόπους, αλλ’ από τότε που η διαιώνιση της οικογένειας έπεσε στους ώμους του ενός απογόνου, εκείνος κατέστη ο τύραννος των δύο δούλων του, που δεν άντεχαν στην ιδέα της πιθανής αποτυχίας τους σ’ αυτό το μοναδικό χρέος ενώπιον των οφθαλμών μιας πάντοτε παρατηρητικής κι επικριτικής κοινότητας.
Όσοι άνθρωποι θα έχουν απομείνει στο τέλος του αιώνα μας, θα καταγράψουν το πώς εξελίχθηκε η λαοκρατική και μετακομμουνιστική Κίνα, σε ποιά συλλογική μοίρα περιέπεσε αυτή η δύναμη που φάνηκε σαν η ώρα της να είχε ανατείλει, όμως την πρόλαβαν οι συνέπειες των ιδεοληπτικών της πολιτικών επιλογών.
Στέλιος Ιατρού | Πέμπτη 11 Μαΐου 2023