Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Μελέτης Πολέμου (ISW) αναφέρει ότι το Κρεμλίνο δεν προετοιμάζει τη ρωσική κοινωνία για τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Η Μόσχα συνεχίζει να προβάλλει στρατιωτική ισχύ, ενώ οι απώλειες και τα οικονομικά προβλήματα αυξάνονται. Ο Πούτιν επιχειρεί να εμφανίσει τη Ρωσία ισχυρή ενόψει της συνομιλίας με τον Τραμπ στις 19 Μαΐου, επιμένοντας στη συνέχιση του πολέμου μέχρι την αποδοχή των ρωσικών όρων.
Το Κρεμλίνο όχι μόνο δεν προετοιμάζει τη ρωσική κοινωνία για μια ενδεχόμενη ειρηνευτική συμφωνία ή για τον τερματισμό του πολέμου κατά της Ουκρανίας, αλλά εντείνει τη ρητορική του υπέρ της συνέχισης της σύγκρουσης μέχρι την πλήρη επίτευξη των στρατηγικών στόχων του Βλαντίμιρ Πούτιν. Αυτό αναφέρει το Αμερικανικό Ινστιτούτο Μελέτης Πολέμου (ISW) στην πρόσφατη ανάλυσή του.
Σύμφωνα με το ISW, το Κρεμλίνο διαμορφώνει συστηματικά την εσωτερική προπαγάνδα, παρουσιάζοντας τις πολεμικές επιχειρήσεις ως ζήτημα επιβίωσης για το ρωσικό κράτος και απαραίτητη προϋπόθεση για την προστασία του «ρωσικού κόσμου» και των ρωσόφωνων πληθυσμών της Ουκρανίας. Το αφήγημα αυτό ενισχύεται με δημόσιες δηλώσεις Ρώσων αξιωματούχων που υπογραμμίζουν ότι η Ρωσία είναι έτοιμη να συνεχίσει τον πόλεμο «μέχρι τέλους», όσο κι αν διαρκέσει, έως ότου η Ουκρανία αποδεχθεί πλήρως τους ρωσικούς όρους.
Η ρωσική πλευρά, σύμφωνα με το Ινστιτούτο, επιχειρεί να ενισχύσει την εικόνα της στρατιωτικής της υπεροχής τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς. Στο πλαίσιο αυτό, στις 18 Μαΐου δημοσιεύθηκαν αποσπάσματα από υποτιθέμενη «νέα» συνέντευξη του Βλαντίμιρ Πούτιν, όπου ο Ρώσος πρόεδρος ισχυρίζεται ότι η Ρωσία διαθέτει επαρκείς δυνάμεις και μέσα για να οδηγήσει τη σύγκρουση σε ένα «λογικό τέλος» με «τα αποτελέσματα που χρειάζεται η Ρωσία».
Η χρονική επιλογή της δημοσιοποίησης αυτών των δηλώσεων δεν είναι τυχαία, καθώς προηγείται της πολυαναμενόμενης τηλεφωνικής επικοινωνίας του Πούτιν με τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, στις 19 Μαΐου. Το Κρεμλίνο προσπαθεί να στείλει ένα μήνυμα αποφασιστικότητας, παρουσιάζοντας τη Ρωσία ως ανθεκτική και ισχυρή απέναντι στις διεθνείς πιέσεις.
Στο «ντοκιμαντέρ» που δημοσίευσε το Κρεμλίνο με τίτλο «Ρωσία. Κρεμλίνο. Πούτιν. 25 χρόνια», ο Ρώσος πρόεδρος επαναλαμβάνει ότι οι όποιες διαπραγματεύσεις πρέπει να επικεντρωθούν στην «εξάλειψη των αιτιών» της σύγκρουσης και στην «προστασία» των ρωσόφωνων, επαναφέροντας έτσι τα γνωστά αφηγήματα που χρησιμοποιούνται από τη Μόσχα για να δικαιολογήσουν την εισβολή.
Ωστόσο, το ISW προειδοποιεί ότι πίσω από αυτή την επίδειξη ισχύος κρύβονται σημαντικές στρατιωτικές και οικονομικές αδυναμίες. Οι ρωσικές δυνάμεις συνεχίζουν να καταγράφουν βαριές απώλειες στο πεδίο των μαχών, ενώ η οικονομία της Ρωσίας πλήττεται από τον εκτροχιασμό των στρατιωτικών δαπανών, την αύξηση του πληθωρισμού, τη μείωση του εργατικού δυναμικού και τη συρρίκνωση του Εθνικού Ταμείου Ευημερίας της χώρας.
Το Ινστιτούτο εκτιμά ότι αν συνεχιστεί αυτή η πορεία, ο Πούτιν θα αναγκαστεί να λάβει δύσκολες αποφάσεις για τη βιωσιμότητα της στρατιωτικής εκστρατείας το 2026 ή το 2027, όταν οι στρατιωτικοί και οικονομικοί πόροι της Ρωσίας ενδέχεται να έχουν φτάσει στα όριά τους.
Την ίδια στιγμή, η Ουκρανία συνεχίζει να δηλώνει τη διαθεσιμότητά της για ειλικρινή ειρηνευτικό διάλογο και άμεση κατάπαυση του πυρός χωρίς όρους, σε αντίθεση με τη ρωσική πλευρά που – όπως καταλήγει το ISW – αποδεικνύει συνεχώς ότι δεν ενδιαφέρεται για καμία σοβαρή διαπραγμάτευση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε δίκαιο και βιώσιμο τερματισμό της σύγκρουσης.